Η αγάπη μου για τον Υιό του Ανθρώπου και το Χριστιανισμό ως τρόπο ζωής είναι απέραντη, ωστόσο, μου είναι αδύνατο να πιστέψω σε έναν μεταφυσικό κόσμο.
Αυτό το ποίημα είναι η προσωπική μου άποψη για τον Θεό, Ιησού, και Ιούδα. Παρακαλώ μην συνεχίσετε να διαβάζετε αυτό το ποίημα αν προσβάλλεστε εύκολα ή αν είστε μισαλλόδοξοι στις απόψεις άλλων ανθρώπων.
Το ποίημα αυτό είναι σε μεγάλο βαθμό εμπνευσμένο από το μυθιστόρημα Ο Τελευταίος Πειρασμός του Νίκου Καζαντζάκη.
Σε μια καλύβα έξω από την πόλη
σφυροκοπά ένας γύφτοςατσάλι με οργή
να φτιάξει τέσσερα καρφιά για να
σταυρώσουν αύριο τον τελευταίο προφήτη.
Στον ελαιώνα ένας άγριος ζηλωτής, θρηνεί
γονατιστός για τον ραβίνο που θα πεθάνει το πρωί
και στο σπίτι με το κόκκινο φανάρι, μια νεαρή
γυναίκα κλαίει για τον προφητευμένο θάνατο.
Κλαίει για όλες τις νύχτες που τον λαχταρούσε
και 'ψαχνε για να τον βρει στο πληρωμένο έρωτα
και κλαίει για όλες τις νύχτες που τον φώναζε
να ρθεί και για όλες τις νύχτες που δεν ήρθε.
Read the English version of this poem at A Death Foretold
Λίγα λόγια για το ποίημα...
Η Παραμονή της Λύτρωσης | Η Τραγωδία της Σταύρωσης | Θρησκευτικά Ποιήματα
Σε αυτό το εσωστρεφές ποίημα της σειράς “Θρησκευτικά Ποιήματα,” εμπνευσμένο από τον "Τελευταίο Πειρασμό" του Νίκου Καζαντζάκη, μεταφερόμαστε σε έναν κόσμο γεμάτο απόγνωση και επικείμενη τραγωδία. Η αφήγηση εκτυλίσσεται μέσα από την οπτική γωνία δύο σημαντικών προσωπικοτήτων του Χριστιανισμού: του Ιούδα και της Μαρίας Μαγδαληνής.
Οι εισαγωγικές γραμμές δίνουν μια ζωντανή εικόνα του σκηνικού—μια άθλια παράγκα έξω από την πόλη, όπου ένας τσιγγάνος κατασκευάζει τέσσερα γυαλιστερά καρφιά, που προορίζονται να αποτελέσουν τα όργανα της σταύρωσης του προφήτη βασιλιά. Αυτή η εικόνα μας βυθίζει αμέσως στη ζοφερή ατμόσφαιρα που διαπερνά το ποίημα.
Η σκηνή στη συνέχεια μεταφέρεται σε έναν ελαιώνα, ίσως τη Γεθσημανή, όπου ο Ιούδας γονατίζει θλιμμένος, χύνοντας δάκρυα για τον επικείμενο θάνατο του ραβίνου του. Αυτή η απεικόνιση υποδηλώνει τη βαθιά επίδραση που είχε ο Ιησούς στους οπαδούς του, καθώς ακόμη και ο Ιούδας, ένας ζηλωτής γνωστός για την άγρια αφοσίωση και το μαχητικό του πνεύμα, συγκινείται σε θλίψη και θρήνο. Αυτή η στιγμή αποτυπώνει το βάρος της επικείμενης απώλειας και τονίζει τη σημασία της μορφής που θρηνούν.
Σε μια άλλη γωνιά αυτού του ζοφερού κόσμου, συναντάμε ένα σπίτι με μια κόκκινη λάμπα να καίει στο άθλιο παράθυρό του. Εδώ, η Μαρία Μαγδαληνή κλαίει για έναν προαναγγελθέντα θάνατο. Τα δάκρυά της είναι το αποκορύφωμα μυριάδων συναισθημάτων και εμπειριών που καθόρισαν τη σχέση της με τον ραβίνο. Ο ποιητής υποδηλώνει ότι η Μαρία κλαίει όχι μόνο για την επικείμενη απώλεια του Ιησού, αλλά και για όλες τις νύχτες που τον λαχταρούσε μάταια, κλαίγοντας τον εαυτό της για να κοιμηθεί. Τα δάκρυά της ενσαρκώνουν τη λαχτάρα και τις ανεκπλήρωτες επιθυμίες που σημάδεψαν το ταξίδι της.
Το ποίημα εμβαθύνει στον πόνο της Μαρίας, αποτυπώνοντας τη βαθιά θλίψη των αμέτρητων νυχτών που πέρασε αναζητώντας παρηγοριά και σύνδεση. Ο ποιητής απεικονίζει με συγκλονιστικό τρόπο την αγωνία της Μαίρης καθώς στράφηκε σε άλλους άνδρες που πλήρωναν για να τη χρησιμοποιήσουν, αναζητώντας απεγνωσμένα την παρουσία εκείνου που πραγματικά λαχταρούσε. Οι στίχοι αυτοί προκαλούν μια αίσθηση απελπισίας και μοναξιάς, τονίζοντας τη βαθιά απουσία και τις ανεκπλήρωτες υποσχέσεις που τη στοίχειωσαν.
Μέσα από τις αλληλένδετες οπτικές γωνίες του Ιούδα και της Μαρίας Μαγδαληνής, το ποίημα αυτό προσφέρει έναν οδυνηρό προβληματισμό για την παραμονή της σταύρωσης του Ιησού. Παρουσιάζει τη θλίψη και τη λαχτάρα που βιώνουν και οι δύο χαρακτήρες μπροστά στην επικείμενη τραγωδία. Οι εικόνες και τα συναισθήματα που μεταφέρονται στο ποίημα επιτρέπουν στους αναγνώστες να συνδεθούν με το βάθος της θλίψης τους και το βάρος της κοινής τους απώλειας. Καθώς ξεκινάμε αυτό το ποιητικό ταξίδι, αναγκαζόμαστε να αναλογιστούμε τις πολύπλοκες σχέσεις και τις ανθρώπινες εμπειρίες που διαμορφώνουν την αφήγηση της σωτηρίας και της θυσίας.
Comments