Κάθε βραδιά, η Θεοφάνη ζαλισμένη
στη μυρωδιά της Μαίρης Τζέιν, χορεύει
ζεϊμπέκικο στη γέφυρα του ποταμού.
Τρέμει στην αγκαλιά του ξωτικού
κι έχει στα χείλη της τη γεύση
αμαυρωμένων μήλων που 'χε κλέψει
από το κήπο ενός όξινου επισκόπου.
"Έλα να φάμε μήλο," της ψιθυρίζει
μια πονηρή νεράιδα με βαθυγάλανα φτερά
καθισμένη πάνω στα φύλλα του βασιλικού.
Μετά από μια ξέφρενη νυχτιά θολώνουνε
το ποταμό και όταν έρθει το πρωί
την περιφρονούν οι φθονερές παρθένες.
Παράφορα ερεθισμένοι το ξωτικό και η Θεοφάνη
καβάλα στ΄ αχνιστό μουλάρι του Πασά, καλπάζουν
χωρίς σέλα προς την αρχαία Βασιλική.
Οι δαιμονικοί θεοί γυρνούνε πίσω νικητές
μπαίνοντας περήφανα μέσα στον έρημο ναό.
"Πού πήγαν οι νέοι κάτοικοι του Ολύμπου;”
ρωτάει με θαυμασμό τον άθεο εραστή της.
Η Θεοφάνη κολυμπά στον βυσσινί ορίζοντα
λαχταρώντας στην ανάσα μιας πορφυρής ημέρας
και το ξωτικό γδέρνει τη σπονδυλική της στήλη
μέχρι που αυτή ουρλιάζει από ηδονή και πόνο.
Read the English version of this poem Theofani
Λίγα λόγια για το ποίημα…
Ένα Σουρεαλιστικό Ποίημα Σεξουαλικής Αφύπνισης της Συλλογής Ποιήματα Κύπρου
Το σουρεαλιστικό ποίημα "Θεοφάνη" περιγράφει τη ζωή και τις εμπειρίες μιας νεαρής γυναίκας στη Γιαλούσα της Κύπρου τη δεκαετία του 1900, καθώς ξεκινά ένα ταξίδι γεμάτο μυστικιστικές συναντήσεις. Είναι πιθανό ότι υπέστη εγκεφαλικό επεισόδιο που την έκανε να χάσει το μυαλό της. Μια φήμη, ωστόσο, έλεγε ότι μια νύχτα παρασύρθηκε από ξωτικούς σε μια στοιχειωμένη γέφυρα.
Το ποίημα, από τη συλλογή "Ποιήματα Κύπρου," ξεκινά βυθίζοντας τον αναγνώστη στην αισθητηριακή εμπειρία της Θεοφάνης, η οποία περιβάλλεται από τη μυρωδιά της Mary Jane. Αυτή η επιλογή των εικόνων δίνει αμέσως τον τόνο για μια ονειρική και σουρεαλιστική αφήγηση.
Η κεντρική εικόνα της Θεοφάνη να χορεύει πάνω στη γέφυρα του ποταμού του χωριού προκαλεί μια αίσθηση εκκεντρικότητας και ελευθερίας. Αλληλοεπιδρά με υπερφυσικά όντα, όπως οι ξωτικές ναϊάδες και ένα παιχνιδιάρικο ξωτικό που προσθέτουν ένα στρώμα μυστικισμού στην ιστορία. Η προσφορά του ξωτικού με σάπια μήλα από τον κήπο του ξινισμένου επισκόπου προσθέτει μια νότα ειρωνείας στην αφήγηση.
Καθώς η νύχτα εξελίσσεται, τα νερά του ποταμού λασπώνονται, συμβολίζοντας μια σεξουαλικά χαοτική και μεταμορφωτική εμπειρία για τη Θεοφάνη. Οι φθονερές αντιδράσεις των παρθένων της πόλης το πρωί υποδηλώνουν ότι το ταξίδι της την έχει απομακρύνει από τις συμβατικές προσδοκίες της κοινωνίας.
Το ποίημα παίρνει δραματική τροπή με την άφιξη των δαιμονικών θεών στην ερειπωμένη Βασιλική, σηματοδοτώντας την απομάκρυνση από τον συνηθισμένο κόσμο. Η ερώτηση της Θεοφάνη για τους νέους Ολύμπιους υπογραμμίζει τη γοητεία της για το υπερφυσικό και το άγνωστο.
Το ποίημα ολοκληρώνεται με τη Θεοφάνη να παρασύρεται στον πορφυρό ορίζοντα, αναζητώντας νέα ζωή και σεξουαλικές εμπειρίες που συμβολίζονται από μια κατακόκκινη μέρα, ενώ η παρουσία του ξωτικού αφήνει σημάδια πάνω της τόσο σωματικά όσο και συναισθηματικά.
Comments