Η ζωή σου κλειδωμένη στη βαλίτσα
κι η δική μου πεταγμένη εδώ και κει.
Πήρες το κάθε τι που ήμουνα
και διάλεξες μόνο να αφήσεις
τη ζωή που ζήσαμε μαζί, θαμμένη
πια σε ένα ξεθωριασμένο λεύκωμα.
Νόμισα πώς μου ‘χες κάνει λιγάκι
καλοσύνη, όμως πέθαινα σαν μου πες
πως τέτοιες ιστορίες είναι καλύτερα
να μείνουνε θαμένες ανάμεσα στο άλμπουμ
και πέθανα πάλι ξανά σαν σ' άκουσα
να λες αυτός σε περιμένει κάτω.
Οι αναμνήσεις με στοιχειώνουν.
Ο έρωτας μας, μέχρι που τα άδεια βλέμματα
μπήκανε από την μπροστινή μας πόρτα
και η σκιά του άρχισε να κάθεται μαζί μας.
Τρέχω στο παράθυρο και σε κοιτώ
να χάνεσαι στη σκοτεινιά του δρόμου.
Μόνο τα βήματα σου αφήνεις στο κατώφλι
μα σύντομα θα τα καλύψει χιόνι φρέσκο
και θα χαθείς για πάντα από κοντά μου.
Βουλιάζω σε ένα λάκκο χωρίς φως
παρά αποχρώσεις του μαύρου και του γκρι.
Κοιτάζω όλα τα χρώματα σκορπισμένα
στο τραπέζι, ο δρόμος προς τη λήθη άρχισε
να γνέφει και το ρολόι έπαψε πια να χτυπά.
Αυτό το ποίημα είναι μέρος της συλλογής Παλιες ιστορίες
Read the English version of this poem at And The Clock Ticks No More
Λίγα λόγια για το ποίημα…
Τα Βάθη της Απώλειας και της Απελπισίας | Μελαγχολικά Ποιήματα
Το "Το Ρολόι Έπαψε πια να Χτυπά," από τη σειρά "Μελαγχολικά Ποιήματα", εμβαθύνει στα οδυνηρά επακόλουθα της διάλυσης μιας σχέσης, απεικονίζοντας τη συναισθηματική αναταραχή που βιώνει ο ομιλητής καθώς παλεύει με την απώλεια και τη μοναξιά.
Το ποίημα ανοίγει με μια σκληρή εικόνα αντικειμένων άλλα συσκευασμένα και άλλα διασκορπισμένα, συμβολίζοντας τον χωρισμό και τη διαίρεση της κοινής ζωής τους. Υπάρχει μια αίσθηση παραίτησης και πίκρας στη διαπίστωση ότι δεν έχουν πολλά να επιδείξουν από τη ζωή που είχαν κάποτε μαζί. Η αντίθεση ανάμεσα σε όσα είναι τακτοποιημένα και σε όσα έχουν μείνει σκορπισμένα στο πάτωμα υπογραμμίζει την αναστάτωση και το συναισθηματικό χάος μετά την αποχώρηση της συντρόφου του ομιλητή.
Ο ομιλητής θρηνεί για την απώλεια της ταυτότητας του με την αποχώρηση του αγαπημένου του προσώπου, νιώθοντας ότι έχει χάσει πια τα πάντα. Η μεταφορά της κοινής τους ζωής θαμμένη σε ένα λεύκωμα, το οποίο αφήνει πίσω η σύντροφος του σαν φεύγει, υπογραμμίζει την οριστικότητα του χωρισμού και την αδυναμία να κρατήσει κανείς το παρελθόν.
Σε όλο το ποίημα, υπάρχει ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο ενός ρολογιού που χτυπάει, και χρησιμεύει ως υπενθύμιση του αναπόφευκτου περάσματος του χρόνου και της φευγαλέας φύσης της ζωής και της αγάπης. Καθώς το ποίημα εξελίσσεται, ο χτύπος του ρολογιού σταματά, σηματοδοτώντας τη λήξη του χρόνου και την κατάβαση του ομιλητή σε μια κατάσταση συναισθηματικής απελπισίας.
Οι αναμνήσεις αγάπης και συντροφικότητας του ομιλητή αντιπαραβάλλονται με το κενό και την ερημιά που ακολουθούν την αποχώρηση της συντρόφου του. Η εικόνα του αγαπημένου του πρόσωπο να εξαφανίζεται στο σκοτάδι του δρόμου, αφήνοντας πίσω της μόνο βήματα που σύντομα θα καλυφθούν από φρέσκο χιόνι, προκαλεί μια αίσθηση οριστικότητας και αμετάκλητης απώλειας.
Καθώς ο ομιλητής παλεύει με τα συναισθήματά του, αναλογίζεται τον δρόμο προς τη λήθη, που συμβολίζεται από τα χρώματα του ουράνιου τόξου στην παλάμη του. Το ουράνιο τόξο, που συνήθως συνδέεται με την ελπίδα και την ανανέωση, αποκτά εδώ μια πιο δυσοίωνη σημασία, υποδηλώνοντας ένα ταξίδι προς ένα αβέβαιο και ζοφερό μέλλον, αν στην πραγματικότητα υπάρχει καθόλου μέλλον.
Τελικά, το ποίημα καταλήγει με μια αίσθηση παραίτησης και αποδοχής του αναπόφευκτου. Η παύση του ρολογιού αντιπροσωπεύει την αποδοχή της μοίρας του ομιλητή και την ετοιμότητά του να αγκαλιάσει το σκοτάδι που βρίσκεται μπροστά του. Πρόκειται για μια συγκλονιστική απεικόνιση του βαθύτατου αντίκτυπου της απώλειας και του αγώνα για την εύρεση νοήματος και σκοπού στο πέρασμά της.
Comments